KEΠΑ

Σάββατο 7 Απριλίου 2012

ΙΕΡΩΝ ΚΑΙ ΟΣΙΩΝ ΝΟΣΤΟΣ


ΙΕΡΩΝ ΚΑΙ ΟΣΙΩΝ ΝΟΣΤΟΣ
π. Ευέλθοντος Χαραλάμπους
Παραλίμνι 2011
(απόσπασμα από το βιβλίο του μακαριστού π. Ευέλθοντος Χαραλάμπους)

O Άγιος Γεώργιος Σπαθαρικού είναι κατεχόμενο χωριό της Κύπρου της περιφέρεια Αμμοχώστου στη περιοχή της Μεσαορίας της επαρχίας Αμμοχώστου. Συνορεύει με τα χωριά Σπαθαρικό, Αρναδί και Σύγκραση , απέχει 18 χιλιόμετρα από την πόλη της Αμμόχωστου και βρίσκετε σε υψόμετρο 20 μέτρα .
Στη απογραφή του 1960 είχε 421 κατοίκους , σε αυτή του 1960 446 και το 1973 464 κάτοικους. Ήταν αμιγώς ελληνικό χωριό με σχολείο . Το 1974 καταλείφθηκε από τον τούρκικο στρατό και οι Έλληνες κάτοικοι του εκτοπίστηκαν. Ο κεντρικός ναός του χωριού ήταν ο Άγιος Γεώργιος ενώ είχε και μια δεύτερη μικρότερη αφιερωμένη στη Παναγία.

Ιερών και Οσίων Νόστος
Το Ιερών και Οσίων Νόστος είναι ένα από τα τελευταία βιβλία του μακαριστού π. Ευέλθοντος Χαραλάμπους. Σ’ αυτό γράφει για τις εκκλησιές και τα ξωκλήσια των 4 χωριών της περιοχής μας, Σπαθαρικού, Αρναδιού, Αγίου Γεωργίου Σπαθαρικού και Σύγκρασης. Είχε επισκεφθεί επανειλημμένως την περιοχή μέχρι να τα καταφέρει να εξασφαλίσει τις απαραίτητες φωτογραφίες.  Τελικά τα κατάφερε, παρά τις δυσκολίες που του προέβαλλαν οι κατακτητές.

Εισαγωγή
Ανάμεσα στα τόσα χωριά και τις πολιτείες μας, τα οποία απο το μαύρο καλοκαίρι του 1974 στενάζουν κάτω από την μπότα του πιο βάρβαρου κατακτητή,  συγκαταλέγονται και τέσσερα μικρά χωριά, εκεί στο βορειοανατολικό άκρο του ωραίου μεσαρίτικου κάμπου. Τέσσερα μικρά χωριά, με φιλήσυχους, απλοϊκούς, εργατικούς ανθρώπους που όλοι κι όλοι μόλις που ξεπερνούσαν τις δυο χιλιάδες ψυχές. Μιλάμε για το Σπαθαρικό, το Αρναδί, τον Άγο Γεώργιο του Σπαθαρικού και τη Σύγκραση.
Αυτά τα τέσσερα χωριά τα θεωρώ δικά μου χωριά. Στον Άγιο Γεώργιο του Σπαθαρικού είδα το φως της ζωής, ενώ με τα υπόλοιπα με συνδέουν οι παιδικές και νεανικές αναμνήσει και φιλίες των δεκαοκτώ πρώτων χρόνων της ζωής μου. Παιδικές και νεανικές αναμνήσεις διατηρούνται ολοζώντανες στη μνήμη μου από τα χωριά αυτά, που μπορούσε κανείς να τα θεωρήσει μια κοινότητα. Τόσο πολύ γειτνίαζε το ένα με το άλλο.
Σαν να ‘ταν χθες που περπατητοί πηγαίναμε με τη γιαγιά Ουρανία στο Αρναδί,το χωριό της, να προσκυνήσυμε τον Άγιο Ανδρόνικο και να επισκεφούμε τους συγγενείς μας. Και πιο πέρα, στο Σπαθαρικό, το χωριό του παππού Χαράλαμπου, να δούμε τους δικούς του συγγενείς. Αλλά και με πόση ανυπομονησία δεν περιμέναμε κάθε χρόνο το πανηγύρι του Αγίου Προκοπίου, να πάμε και πάλι με τα πόδια στη Σύγκραση. Τη Σύγκραση την επισκεφτόμαστε και για έναν άλλο λόγο. Κάθe μήνα, καβάλλα στο γαϊδούρι μας, μεταφέραμε το σιτάρι να μας το αλέσει ο μυλωνάς (μόνο στη Σύγκραση υπήρχε αλευρόμυλος), για το απαραίτητο ψωμί της οικογένειας.
Τα απογεύματα των Κυριακών, νεαρά παιδιά τότε, μαζί με τους φίλους μου παίρναμε τα ποδήλατά μας και τριγυρνούσαμε στους δρόμους και στα χωράφια των χωριών μας.  Απολαμβάναμε τη φύση, χαιρόμαστε το πράσινο, προσκυνούσαμε στα ξωκλήσια μας, χαιρόμαστε τη ζωή μας. Η τηλεόραση και τα άλλα σύγχρονα μέσα αναψυχής (;) δεν είχαν φτάσει τότε στα χωριά μας, γι’ αυτό και η ζωή μας ήταν πιο φυσική. Ζωή μας ήταν η οικογένεια, τα περιβόλια, τα χωράφια, το σχολείο, οι εκκλησίες μας, τα παιχνίδια στην πλατεία του χωριού, τα παραμύθια της γιαγιάς, οι θρύλοι και οι παραδόσεις του τόπου μας, της θρησκείας μας, της αγαπημένης πατρίδας μας.
Οι άνθρωποι των χωριών αυτών, κατ’ εξοχήν γεωργοί, κτηνοτρόφοι και περιβολάρηδες, τεχνίτες και εργάτες, διακρίνονταν για την απλοϊκή θρησκευτικότητα και την πίστη τους, όπως και οι άλλοι Κύπριοι. Εργαζόντουσαν σκληρά όλη την εβδομάδα, κάτω από τις δύσκολες συνθήκες της αγροτικής ζωής, για να βγάλουν τίμια και με τον ιδρώτα τους το ψωμί τους. Τις Κυριακές και τις γιορτές κατέφευγαν στις εκκλησιές και στα ξωκλήσια τους, παρακαλώντας τον Θεό και τους Αγίους να τους χαρίζουν κάθε καλό. Ήξεραν να κάνουν τον σταυρό τους μόλις ξυπνήσουν, ευχαριστούσαν τον Θεό για το φτωχικό φαγητότους, παρακαλούσαν τον Θεό να τους στείλει βροχή, να έχει καλά αυτούς, τα παιδιά και τα ζωντανά τους.  Αγαπούσαν τις εκκλησιές και τα ξωκλήσια τους και φρόντιζαν να διατηρούν πάντοτε αναμμένα τα καντήλια των Αγίων.
Αλλά και τα απογεύματα των καθημερινών, όταν κάποια ανάγκη το απαιτούσε, με ένα μπουκάλι λάδι στο χέρι έπαιρναν οι γυναίκες τον δρόμο για τα ξωκλήσια. Άναβαν το καντήλι, σκούπιζαν τον χώρο, έκαμναν τις μετάνοιές τους κι εμπιστεύονταν το πρόβλημά τους στην Παναγία και στους Αγίους. Σπόγγιζαν στο μαντήλι τα δάκρυά τους, κι αναπαυμένες γυρνούσαν στο σπίτι τους. Ήταν βέβαιες ότι ο Θεός θα απαντούσε στο ταπεινό αίτημά τους.
Όλα αυτά μέχρι τον Αύγουστο του 1974.
Από τον Αύγουστο του 1974, που διωγμένοι από τον Αττίλα εγκατέλειψαν τα χωριά τους οι νόμιμοι κάτοικοί τους, όπως συνέβη με τα σπίτια και τις περιουσίες των ανθρώπων, έτσι και οι εκκλησίες και τα ξωκλήσια των Αγίων έμειναν στο έλεος του ανελέητου Αττίλα. Και αυτός έδειξε όλη τη βαρβαρότητά του πάνω στα ιερά και σεβάσματα των χριστιανών.
Οι εκκλησιές λεηλατήθηκαν, πορτοπαράθυρα αφαιρέθηκαν, οι εικόνες, τα ιερά σκεύη, τα εκκλησιαστικά βιβλία, οι καμπάνες και όλος ο λειτουργικός εξοπλισμός κλάπηκε, όλες οι αγιογραφίες καταστράφηκαν, τάφοι και μνημεία συλήθηκαν, άγιες Τράπεζες βεβηλώθηκαν, αγιάσματα εμιάνθησαν, κάθε τι το ιερό και όσιο καταπατήθηκε, εκκλησίες μεταβλήθηκαν σε τζαμιά, αποθήκες και στάβλους.
Πέραν της κακοποίησης που οι εκκλησιές μας υπέστησαν από τους κατακτητές, ο χρόνος εργάζεται κι αυτός ανελέητα σε βάρος τους. Έτσι, παραμένοντας για τόσα χρόνια αφρόντιστες, οι περισσότερες είναι ετοιμόρροπες ή σε ερειπιώδη κατάσταση. Αλειτούργητες για τόσα χρόνια, εγκαταλειμμένες, καταπατημένες, συλημένες και λεηλατημένες, αποτελούν θέαμα οικτρόν, που προκαλεί άφθονα θερμά δάκρυα.
Για να τις ζωντανέψω στη μνήμη των παλαιοτέρων και για να τις κάνω γνωστές στους νεότερους, επισκέφθηκα τις εκκλησιές των χωριών αυτών, τις φωτογράφισα στη σημερινή τους κτάσαση και τις παρουσιάζω μέσω της μικρής αυτής έκδοσης.
Βέβαια το εγχείρημα δεν ήταν και τόσο εύκολο, γι’ αυτό και χρειάστηκε να πάω και να ξαναπάω αρκετές φορές, ώστε να μπορέσω να εξασφαλίσω τις απαραίτητες φωτογραφίες.  Τις περισσότερες φορές μου έφραζε το δρόμο κάποιος από τους εκεί, που με πλησίαζε με απειλητικές διαθέσεις όταν αντιλαμβανόταν ότι γινόταν φωτογράφιση των αθλιοτήτων που κάποιοι δικοί τους διέπραξαν.
Πόθος και ευχή μου να δημιουργηθούν σύντομα τέτοιες συνθήκες στο νησί μας, ώστε να μπορέσουμε όχι μόνο απλά να επισκεπτόμαστε, αλλά και να ανακτήσουμε τις εκκλησίες μας, για να τις συντηρήσουμε και να τις ξανακαινουργιώσουμε. Για να τις ξαναφέρουμε στην κατάσταση που βρισκόντουσαν το 1974, και μέσα σ’ αυτές να λατρεύουμε τον Θεό μας, όπως έκαμναν για αιώνες οι πρόγονοί μας, των οποίων η μνήμη να είναι αιώνια.
Ευχαριστώ τη σύζυγο  και τα εγγόνια μου που με συνόδευαν στις επισκέψεις μου στα κατεχόμενα χωριά μας, και μαζί μου μοιράστηκαν τα ανάμικτα συναισθήματα που προκαλούσε κάθε επίσκεψη στα σκλαβωμένα μέρη μας.

ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
(Μετά τις επισκέψεις του στο Σπαθαρικό και στο Αρναδί και τις περιγραφές που κάνει γι’ αυτά τα χωριά και για τις εκκλησιές και τα ξωκλήσια τους, ο συγγραφέας παίρνει το δρόμο για τον Άγιο Γεώργιο)
Μετά το Αρναδί, ο επόμενος προορισμός είναι ο Άγιος Γεώργιος, περισσότερο γνωστός ως Άγιος Γεώργιος του Σπαθαρικού. Αυτό οφείλεται στο γεγονός πως όταν αρνήθηκαν οι κάτοικοι του Αρναδιού να δεχτούν την εικόνα του Αγίου Γεωργίου από τον Σπαθάριο, την δέχτηκαν οι κάτοικοι αυτού του χωριού. Αργότερα, μάλιστα, την οικειοποιήθηκαν και αρνήθηκαν να την επιστρέψουν στους νόμιμους δικαιούχους της. Γι’ αυτό και πήρε το χωριό αυτή την προσωνυμία.
Στο Άγιο Γεώργιο του Σπαθαρικού κατοικούσαν μόνο Έλληνες, γεωργοί, κτηνοτρόφοι και τεχνίτες, γύρω στους 500 το 1974. Παρόλο που το χωριό αυτό με την ονομασία Άγιος Γεώργιος βρίσκεται στο χάρτη της Κύπρου από τα χρόνια της Φραγκοκρατίας ως S. Zorzi, πολύ πριν πατήσουν το πόδι τους στην Κύπρο Οθωμανοί Τούρκοι, οι κατακτητές είχαν το θράσος να το μετονομάσουν Aygyn.
Αναχωρώντας από το Αρναδί, και προτού φθάσουμε στο χωριό, το πρώτο κτήριο που συναντούμε στο δεξί μας χέρι είναι ένα ξωκλήσι που ανήκει  στο χωριό Άγιος Γεώργιος και είναι αφιερωμένο στην Παναγία. Δυο φορές τον χρόνο, την ημέρα της Γέννησης της Θεοτόκου (8 Σεπτεμβρίου) και την ημέρα της Υπαπαντής (2 Φεβρουαρίου) ετελείτο επίσημα η θεία λειτουργία στο ξωκλήσι αυτό.
Τις μέρες αυτές με το σήμαντρο στο χέρι περιόδευε ο καντηλανάφτης όλους τους δρόμους και τα σοκάκια του χωριού και καλούσε τους χριστιανούς στη Λειτουργία.
Τότε ολόκληρο το χωριό συγκεντρωνόταν εκεί στο εκκλησάκι της Παναγίας για να προσκυνήσουν τη χάρη της.
Ειδικά για τη δεύτερη γιορτή, την Υπαπαντή, μας κατατοπίζει ο Ευαγγελιστής Λουκάς. Αναφέρει λοιπόν στο Ευαγγέλιό του ότι το γεγονός αυτό διαδραματίσθηκε 40 μέρες μετά τη γέννηση του Ιησού. Σύμφωνα με τον Μωσαϊκό Νόμο, η Παρθένος Μαρία, αφού συμπλήρωσε τον χρόνο καθαρισμού από τον τοκετό, πήγε στο ναό της Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ιωσήφ, για να εκτελεσθεί η τυπική αφιέρωση του βρέφους στον Θεό, κατά το “παν άρσεν διανοίγον μήτραν άγιον τω Θεώ κληθήσεται” και για να προσφέρουν θυσία, ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δυο μικρά περιστέρια.
Κατά τη μετάβαση αυτή, δέχθηκε τον Ιησού στην αγκαλιά του ο υπερήλικος Συμεών, λέγοντας “Νυν απολύεις τον δούλον σου Δέσποτα…”
Το γεγονός αυτό αποτελεί άλη μία απόδειξη ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός δεν ήλθε να καταργήσει τον Μωσαϊκό Νόμο, όπως ισχυρίζονταν οι Φαρισσαίοι κι οι Γραμματείς, αλλά να τον συμπληρώσει και να τον τελειοποήσει.
Η Υπαπαντή του Κυρίου γιορτάζεται από την Εκκλησία μας στις 2 Φεβρουαρίου. Αυτή τη μέρα, το 1974, τελέστηκε στην εκκλησία αυτή η τελευταία θεία Λειτουργία από τον αείμνηστο Παπαγιάννη Μιχαήλ, τελευταίο ιερέα του χωριού.
Δυστυχώς τα πολλα χρόνια που παραμένει ασυντήρητο κι απεριποίητο επέδρασαν καταστροφικά στο ξωκλήσι. Αλλά και οι εισβολείς φρόντισαν να κλέψουν τα πάντα. Ούτε αγία Τράπεζα, ούτε εικονοστάσι, ούτε εικόνες, ούτε τίποτε δεν σεβάστηκαν. Ρήμαξαν το ξωκλήσι. Ακόμα και τα πορτοπαράθυρα έχουν κλέψει. Η οροφή είναι και αυτή ετοιμόρροπη. Το εσωτερικό σου δίνει την αίσθηση ότι για τους κατακτητές είναι ένας σκουπιδότοπος.
Αφού εισέλθουμε στο χωριό και διασχίσουμε όλο τον δρόμο μέχρι την Πάνω Γειτνιά, θα συναντήσουμε την κεντρικά εκκλησία του χωριουύ, η οποία είναι αφιερωμένη στον άγιο Γεώργιo.
Ένας από τους δημοφιλέστερους αγίους σε όλο τον χριστιανικό κόσμο, ο Μεγαλομάρτυς και Τροπαιοφόρος Γεώργιος, γεννήθηκε μεταξύ 275 και 281 στη Νικομήδεια της Βιθυνίας. Ο πατέρας του Γερόντιος καταγόταν από πλούια οικογένεια της Καππαδοκίας και ήταν στρατιωτικός και Συγκλητικός. Η μητέρα του Πολυχρονία καταγόταν από τη Λύδδα της Παλαιστίνης. Και οι δυο γονείς του Γεωργίου ήταν βπτισμένοι χριστιανοί.
Μετά τον θάνατο του πατέρα του, η οικογένεια του Αγίου μετακόμισε στη Λύδδα, την πατρίδα της μητέρας του. Σε νεαρή ηλικία, ο Γεώργιος ακολούθησε στρατιωτική καριέρα και εντάχθηκε στον ρωμαϊκό στρατό. Γρήγορα ξεχώρισε για τις ικανότητες και την ανδρεία του κι έλαβε το αξίωμα του τριβούνου. Ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός τον προήγαγε σε δούκα (διοικητή) και κόμη (συνταγματάρχη) στο σώμα της αυτοκρατορικής φρουράς.
Το 303 μ.Χ. ο Διοκλητιανός άρχισε λυσσαλέους διωγμούς κατά των χριστιανών. Ο Γεώργιος αρνήθηκε να εκτελέσει τις διαταγές του και ομολόγησε την πίστη του. Ο αυτοκράτορας, που δεν περίμενε αυτή τη συμπεριφορά από έναν δικό του άνθρωπο, διέταξε να υποβάλουν τον Γεώργιο σε φρικτά βασανιστήρια, προκειμένου να απαρνηθεί την πίστη του.
Αφού τον λόγχισαν, του ξέσχισαν τις σάρκες με ειδικό τροχό από μαχαίρια. Έπειτα τον έριξαν σε λάκο με βραστό ασβέστη και κατόπιν τον ανάγκασαν να βαδίσει με πυρωμένα μεταλλικά παπούτσια. Ο Γεώργιος υπέμεινε καρτερικά τα μαρτύρια και στις 23 Απριλίου του 303 αποκεφαλίστηκε στα τείχη της Νικομήδειας. Το λείψανο του Γεωργίου, μαζί με αυτό της μητέρας του, η οποία μαρτύρισε την ίδια ή την επόμενη ημέρα, μεταφέρθηκε και τάφηκε στη Λύδδα. Σε αυτόν τον μεγάλο Άγιο είναι αφιερωμένη η κεντρική εκκλησία του χωριού κι από αυτήν πήρε το όνομά του το χωριό.
Πρόκειται για μια πολύ όμορφη εκκλησία, ρυθμού βασιλικής, μονόκλιτη, με σαμαρωτή σκεπή, καλυμμένη με κουρασάνι, κι ένα υπέροχο καμπαναριό στην νοτιοανατολική γωνιά, δίπλα στο ιερό, διακοσμημένη με πολλά σκαλίσματα. Ακόμη και οι υδροχόες στη στέγη είναι σκαλιστές, και όταν βρέχει σου δίνουν την αίσθηση ότι το νερό βγαίνει από το στόμα δράκων ή άλλων θηρίων.
Η εκκλησία αυτή έχει για μένα προσωπικά ξεχωριστή σημασία, αφού μέσα σ’ αυτήν δέχθηκα σε νηπιακή ηλικία το άγιο Βάπτισμα, μέσα σ’ αυτήν μετάλαβα για πρώτη φορά των αχράντων Μυστηρίων, μέσα σ’ αυτήν διακονούσα μικρό παιδί παπαδάκι στο ιερό, μέσα σ’ αυτήν δέχθηκα τον πρώτο της ιερωσύνης βαθμό, τον του ιεροδιακόνου.
Η εκκλησία έχει τρεις μεγάλες εισόδους (στη νότια, στη βόρεια και στη δυτική πλευρά), ενώ μια μικρή πόρτα εξυπηρετούσε τις ανάγκες του ιερού. Πάνω από τη δυτκή είσοδο υπάρχει εντοιχισμένο ένα ορθογώνιο σκαλισμένο κόσμημα. Κάτω από την αγία Τράπεζα υπήρχε ανάγλυφη σε φυσικό μέγεθος μια μαρμάρινη γυναικεία μορφή, πιθανόν της αγίας Ελένης. Σήμερα, βέβαια, έχει κλαπεί, όπως και ολόκληρη η αγία Τράπεζα έχει εξαφανιστεί.
Παρ’ όλο ότι την εκκλησία την χρησιμοποιούν οι Τούρκοι σαν τζαμί, την έχουν εντελώς απεριποίητη. Εξωτερικά δίνει την εντύπωη ετοιμόρροπου κτηρίου. Εσωτερικά, επειδή την χρησιμοποιούν, την έχουν σε κάπως καλύτερη κατάσταση.
Η καμπάνα έχει αφαιρεθεί από τη θέση της κι οι εικόνες κλάπηκαν, το εικονοστάσι παραμένει στη θέση του, αλλά έχουν καταστραφεί τα υπέροχα σκαλίσματά του. Όλες οι εκόνες του τέμπλου, τόσο οι μεγάλες δεσποτικές που ήταν πολύ καλής τεχνοτροπίας, όπως και οι δύο ζώνες του Δωδεκαόρτου και των Αποστόλων, έχουν κλαπεί. Όλες οι εικόνες, καθώς και η εκκλησία, χρονολογούνται πριν από τον 18ο αιώνα. Η αγία Τράπεζα, όπως προαναφέρθηκε, ανασκάφτηκε και εξαφανίστηκε, όπως και όλα τα εντός της εκκλησίας.
Τα ανοίγματα του τέμπλου, εκεί που άλοτε βρίσκονταν εικόνες, τα κάλυψαν με χαλιά και αραβουργήματα. Ψηλά στην κορυφή του τέμπλου, στη θέση των λυπητερών, έχουν αναρτήσει το βδέλυγμα της ερημώσεως.
Τελευταίος ιερέας του Αγίου Γεωργίου Σπαθαρικού ο αείμνηστος Παπαγιάννης. Διακόνησε την εκκλησία του χωριού του από το 1950 που χειροτονήθηκε μέχρι τον Δεκαπενταύγουστο του 1974 που πήρε το δρόμο του ξεριζωμού. Χάρισε στην Εκκλησία τρεις γιους κληρικούς και μία κόρη μοναχή. Στις 12 Σεπτεμβρίου 1986 άφησε κι αυτός την τελευταία του πνοή στην προσφυγιά, μακριά από την εκκλησία και το ποίμνιό του.
(Ο συγγραφέας, αφού τελειώνει τις περιγραφές του για τα τέσσερα χωριά, τα ιερά και τ όσιά τους, καταλήγει με τον επίλογό του)
Πραγματικά προκαλεί πόνο ψυχής και μόνο η επίκεψη στα ιερά και σεβάσμια αυτά προσκυνήματα που οι φτωχοί αλλά ευσεβείς πατέρες μας με τόση ευλάβεια ανήγειραν και συντηρούσαν. Όλα αυτά σήμερα, “κρίμασιν οις οίδεν Κύριος”, καταπατούνται και μολύνονται από λαόν αλλόθρησκον και ανόσιον, παράνομο και άδικον.
Ευχόμαστε και προσευχόμαστε να ευδοκήσει ο Άγιος Θεός σύντομα να επικρατήσουν στον τόπο μας συνθήκες ειρήνης, ασφάλειας και ελευθερίας, ώστε τα ιερά αυτά προσκυνήματα να επιστραφούν στους νόμιμους δικαιούχους τους, για να υμνούμε μέσα σ’ αυτά “το πάντιμον και μεγαλοπρεπές όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος.
Αμήν”. Γένοιτο.

π. Ευέλθων Χαραλάμπους

(Στο βιβλίο “Ιερών και Οσίων Νόστος” περιγράφονται οι εκκλησίες απ. Λουκά, αγίων Ανδρονίκου και Αθανασίας, αγ. Γεωργίου και αγ. Προκοπίου. Επίσης τα ξωκλήσια Παραδεισώτισσας και Παραδεισιού (Σπαθαρικού), το παρεκλήσι αγ. Γεωργίου (Σπαθαρικό), το ξωκλήσι της Παναγίας (Αρναδί), το ξωκλήσι της Παναγίας (Άγιος Γεώργιος Σπαθ.), το εκκλησάκι της Παναγίας (Σύγκραση), η ημιτελής υπό ανέγεση εκκλησία αγ. Νικολάου (Σύγκραση) και η εκκησία και προσκύνημα των Αγίων Τριών Παίδων (Σύγκραση). Παρατίθενται οι βίοι και τα μαρτύρια των αγίων των χωριών μας, οι διάφορες γιορτές της Παναγίας που γιορτάζονταν στα ξωκλήσια μας, οι ιερείς των χωριών κ.ά.)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου